Η Ιεραρχία και ο πάπας
του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση
1. Παρ’ ολίγον κατηγορούμενοι
Το θέμα του πάπα απασχολεί τα πιστά και συνειδητά μέλη της Εκκλησίας εδώ και πολύ καιρό. Κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι θα φθάναμε σ’ αυτό το σημείο. Αγωνιούσαμε και ανησυχούσαμε, για την άμβλυνση του ορθόδοξου αισθητηρίου, για την έντεχνη μέσω του Οικουμενισμού άλωση εκ των ένδον και αιχμαλωσία μας. Οι Θεολογικές Σχολές, με ελάχιστες και επαινετές εξαιρέσεις, εκτρέφουν και παράγουν οικουμενίζοντες θεολόγους και κληρικούς. Αν κατά θεία ρύθμιση δεν είχαν επισυμβεί τις τελευταίες δεκαετίες η αναγέννηση των πατερικών σπουδών και η άνθηση του Μοναχισμού θα είχε ήδη πραγματοποιηθεί, χωρίς αντίσταση και αντίδραση, η πλήρης ενσωμάτωσή μας στη Δύση, θα είχαμε φραγκέψει και ως προς τη θρησκεία, και ως προς την πίστη.
Δεν είναι γι’ αυτό δύσκολο να εξηγήσει κανείς τη στάση της πλειοψηφίας των ιεραρχών απέναντι στο θέμα της επισκέψεως του πάπα, που απασχόλησε ανάμεσα σε άλλα την τελευταία συνέλευση της Ιεραρχίας, μεσούντος του Οκτωβρίου. Η κατάσταση μάλιστα αυτή θα χειροτερεύει, όσο θα αποχωρούν οι παλαιοί ιεράρχες και θα αναδεικνύονται νέοι με οικουμενιστική και εκκοσμικευμένη νοοτροπία, καρπόν της οικουμενίζουσας και αιρετίζουσας θεολογίας και εκκλησιολογίας. Η τωρινή σύνθεση της Ιεραρχίας απέτρεψε την επιθυμία και πρόταση μερικών Ιεραρχών να κληθούν και να απολογηθούν οι δύο πρωτοπρεσβύτεροι καθηγητές των δύο Θεολογικών Σχολών, οι οποίοι, «επόμενοι τοις θείοις πατράσι», αγωνίστηκαν, όσο μπορούσαν, να πείσουν τον αρχιεπίσκοπο και την Διαρκή Ιερά Σύνοδο να μη μετάσχει η Εκκλησία στην υποδοχή του πάπα, γιατί αυτό θα αποτελούσε κατάλυση και παράβαση της διδασκαλίας του Ευαγγελίου και των ιερών κανόνων.
2. Οι επίσκοποι διάδοχοι όχι μόνο των θρόνων αλλά και των τρόπων
Ευχαριστούμε θερμά όσους αρχιερείς κατανοούν και συμμερίζονται τους αγώνες μας γράφοντας μάλιστα σε επιστολές τους ότι «ενισχύονται πνευματικά, διότι στις μέρες μας υπάρχουν ακόμη φύλακες της πίστεως και άνθρωποι έτοιμοι να θυσιασθούν υπέρ αυτής». Λυπούμαστε μόνον, γιατί πρώτοι ανάμεσα σ’ αυτούς τους ανθρώπους, φύλακες άγρυπνοι της Ορθοδόξου πίστεως με πνεύμα θυσίας, έπρεπε να είναι εξ ορισμού, ex officio, εκ θείας εντολής και εκ καθήκοντος, όχι δύο και τρεις επίσκοποι μεταξύ των ογδόντα, αλλά αντίστροφα ογδόντα στους ογδόντα και εμείς να τους ακολουθούμε.
Είναι δυνατόν να εννοηθεί επίσκοπος, που αρνείται ή που αδιαφορεί να υποστηρίξει και να στηρίξει την Ορθόδοξη πίστη και παράδοση, να σκέπτεται και να ενεργεί διαφορετικά, ως προς τους αιρετικούς, από τους Αποστόλους και τους Αγίους Πατέρες;
Το γράφουμε, για μια ακόμη φορά η αποστολική διαδοχή και η νομιμοποίηση ενός επισκόπου δεν διασφαλίζονται μόνον από την κανονικότητα και χρονική συνέχεια της ιεροσύνης, αλλά από τη συνέχιση της αλήθειας και της παραδόσεως. Οι άγιοι ιεράρχες εξυμνούνται και τιμώνται όχι μόνον ως διάδοχοι των θρόνων, αλλά και ως διάδοχοι των τρόπων. «Και θρόνων μέτοχος και τρόπων διάδοχος των Αποστόλων γενόμενος». Δυστυχώς, πολλοί από τους αρχιερείς επαναπαύονται στη δόξα και στις ανέσεις των θρόνων και αδιαφορούν, για τη μίμηση των τρόπων, της συμπεριφοράς των Αποστόλων και των Αγίων».
3. Να μας καλέσει η Σύνοδος να δώσουμε εξηγήσεις
Θα θέλαμε γι’ αυτό πολύ να μας καλέσει η Ιεραρχία ή η Διαρκής Ιερά Σύνοδος να δώσουμε λόγο, για τη στάση μας, να συζητήσουμε ακόμη και δημοσίως, για τα δύο βασικά θεολογικά θέματα, που προέκυψαν από την επίσκεψη του πάπα και έγιναν αντικείμενο ζωηρών συζητήσεων και αντιπαραθέσεων. Για το αν δηλαδή ο παπισμός είναι αίρεση και ως εκ τούτου είναι άκυρα και ανυπόστατα τα μυστήριά τους και δεύτερον, για το ποια πρέπει να είναι η στάση των πιστών, πολύ περισσότερο των ποιμένων, απέναντι των αιρετικών.
Είναι δυνατόν να σιωπά, να αρνείται να πάρει θέση η Ιεραρχία απέναντι στα βασικά αυτά θέματα πίστεως, που είναι λελυμένα και αποσαφηνισμένα πολυμερώς και πολυτρόπως, από την διδασκαλία Πατέρων και Συνόδων;
Απευθύνθηκαν πολλοί πιστοί και μάλιστα νέοι, και ζήτησαν να έχουν απάντηση επίσημη από την Εκκλησία, περί του αν ο παπισμός είναι Εκκλησία ή αίρεση. Και απάντηση δεν πήραν, αλλά μόνον υπεκφυγή στη θέση ότι είναι δύσκολο θέμα και δεν έχει ακόμη επιλυθεί από την Εκκλησία. Καλά, ποιοι είναι Εκκλησία; Οι σήμερα μόνον ζώντες επίσκοποι και θεολόγοι ή και η θριαμβεύουσα Εκκλησία των Αγίων; Αν δε μένει καιρός σε πολλούς πολυπραγμονούντες ή ραθυμούντες να μελετήσουν και να ερευνήσουν τη ζωή και τη διδασκαλία των Αγίων, ας ρωτήσουν και ας μάθουν από τους ειδότες και αγρυπνούντες.
4. Ο παπισμός δεν είναι εκκλησία. Είναι αίρεση.
Δεν είναι πάντως ούτε μόνον ο Άγιος Νικόδημος, ούτε μόνον ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός οι διδάσκοντες πως ο παπισμός είναι αίρεση. Λυπάται κανείς, όταν ακούει αρχιερείς να υποτιμούν όσα λέγει ο Άγιος Νικόλαος, για τους Λατίνους και να ισχυρίζονται ότι ο Άγιος Νικόδημος δεν είναι η Εκκλησία. Ασφαλώς ένας άγιος μόνος δεν αποτελεί κριτήριο και κανόνα, αλλά η συμφωνία των Αγίων, η Consensus Patrum. Εκτός όμως του ότι ο Άγιος Νικόδημος ακολουθεί πάντοτε τους Άγιους Πατέρες στο συγκεκριμένο θέμα περί του ότι οι Λατίνοι είναι αιρετικοί, υπάρχει τέτοιας εκτάσεως συμφωνία ανά τους αιώνες, από την εποχή του Μέγα Φωτίου, και τόσα πολλά κείμενα, ώστε να απορεί κανείς πώς υπάρχουν επίσκοποι ισχυριζόμενοι και μάλιστα πώς τολμά, η επίσημη, η διοικούσα Εκκλησία να αποφαίνεται ότι δεν έχει επιλυθεί το θέμα. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: ή αμάθεια και άγνοια ή συνεσκιασμένη παποφιλία και παποδουλεία. Μπορούν να υποδείξουν έναν Άγιο, που να διδάσκει ότι ο παπισμός δεν είναι αίρεση, αλλά εκκλησία, ώστε το πράγμα να καθίσταται αμφιλεγόμενο, θεολογούμενο;
Τόλμησε, όπως πληροφορηθήκαμε να θέσει τα θέματα αυτά στην Ιεραρχία επίσκοπος με άριστη θεολογική συγκρότηση και μάλιστα ησυχαστική. Και όχι μόνο δε βρήκε τη δέουσα ανταπόκριση, αλλά εισέπραξε από άλλον αρχιερέα την ερώτηση – ένσταση: «Καλά με τη θεολογία θα ασχολούμαστε εδώ μέσα;». Πού αλλού, αν όχι σε σύνοδο επισκόπων, θα αναπτύσσονται και θα επιλύονται θεολογικά θέματα και προβλήματα;
Σύνοδοι επισκόπων με μακρές συζητήσεις διασάφησαν και διαμόρφωσαν τα δόγματα της πίστεως, θεολόγησαν, χριστολόγησαν και εικονολόγησαν, αποκρούοντας τις τριαδολογικές, χριστολογικές, εικονομαχικές και άλλες αιρέσεις. Το πλήθος των Αγίων Πατέρων μας παρέδωσε το μυστήριο της Θεολογίας. Δεν έχει καμιά σχέση με τις συνόδους των Πατέρων εκείνη η σύνοδος, που δεν ξέρει ή αδιαφορεί ή αποφεύγει σκόπιμα να θεολογήσει και να οριοθετήσει τη θέση της Εκκλησίας απέναντι των αιρετικών.
5. Έθαψαν το θέμα του πάπα και επιβάλλουν ποινές, για να σιωπήσουμε
Το ευσεβές πλήρωμα της Εκκλησίας, που συζήτησε και συζητά και θα εξακολουθήσει να συζητά, για τον παπισμό αποδεικνύεται άξιο των Πατέρων, αναβιώνει πατερικές εποχές, κατά τις οποίες τα θέματα της πίστεως ήταν θέματα καθημερινής ζωής. Συζητά και αγωνιά για τους θησαυρούς των Πατέρων, για την κληρονομιά του, για την εξασφάλιση της σωτηρίας του. ζει και κινείται μέσα στη συνεχιζόμενη πάλη αληθείας και πλάνης, ορθοδοξίας και αιρέσεως. Βλέπει τους φύλακες να νυστάζουν, τους ποιμένες να αδιαφορούν μπροστά στους λύκους, να μετακινούνται και να καταστρέφονται τα όρια, που θέσανε οι Άγιοι Πατέρες μας. Ήταν μεγάλη μοναδική ευκαιρία, για την Ιεραρχία να συμφωνήσει μ’ αυτήν τη διαχρονική συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας και να την εκφράσει. Αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων, εκτός μερικών εξαιρέσεων. δεν συγκρότησε «χορόν αγίων Πατέρων». Ένιψε τας χείρας, όπως ο Πόντιος Πιλάτος και άφησε την Ορθόδοξη Πίστη σε χέρια νέων σταυρωτών. Έπραξε όχι τα θεάρεστα, αλλά τα ευάρεστα. Έρριψε βαριά πλάκα και έθαψε το θέμα του πάπα, συνιστώντας σε όλους σιωπή. Έβαλε και κουστωδία να φυλάσσει, μήπως βρεθούν μερικοί τολμηροί και αναστήσουν το θέμα και συναναστήσουν την Ορθοδοξία. Ήδη η Αρχιεπισκοπή Αθηνών, για εκφοβισμό, διενεργεί ανακρίσεις και στέλνει σε συνοδικό δικαστήριο πολύτεκνο αγωνιστή ιερέα, γιατί μίλησε εναντίον της επισκέψεως του πάπα. Και σε άλλες μητροπόλεις έχουν επιβληθεί ποινές σε αγωνιστές ιερείς και μοναχούς. «Μάτην φυλάττεις τον τάφον κουστωδία».
Όσοι σιωπούν και συνιστούν να σιωπήσουμε και εμείς, λησμονούν τη δύναμη του Αναστάντος. Θέλουν νεκρή, αδύναμη την Ορθοδοξία. Αλλά και αν εμείς σιωπήσουμε, οι λίθοι κεκράξονται. Θα φωνάξουν τα αγιασμένα χώματα από τα αίματα και τις θυσίες, από τους ασκητικούς αγώνες, των μαρτύρων και των οσίων, που αγωνίσθηκαν εναντίον των αιρετικών, θα κραυγάσουν οι εικόνες των αγίων από τα τέμπλα και τα εικονοστάσια, θα τρυπούν τα αυτιά και τις καρδιές οι ύμνοι των λειτουργικών βιβλίων, που εξυμνούν τους αγίους, οι οποίοι «λίαν ηύφραναν τους Ορθοδόξους και κατήσχυναν τους κακοδόξους».
Σχετικά με το να μην απελπιζόμαστε
Αγίου Αμφιλοχίου
Όταν αδελφέ μου ντρέπεσαι να σηκώσεις τα μάτια στον ουρανό, και νιώθεις την ψυχή σου ξεγραμμένη από το βιβλίο της ζωής, διάβασε αυτούς τους λόγους του αγίου Αμφιλοχίου και θα βρεις νέα δύναμη στον κατά Χριστόν αγώνα σου. Συνέχισε τον αγώνα, και έχει ο Θεός για όλους μας!
Κάποιος αδελφός νικήθηκε από το πάθος της πορνείας και έκανε την αμαρτία καθημερινά., αλλά και καθημερινά ζητούσε έλεος από τον Κύριό του με δάκρυα και προσευχές. Ενεργώντας λοιπόν έτσι, τον ξεγελούσε η κακή συνήθεια, και έκανε την αμαρτία· έπειτα πάλι, μετά την αμαρτία, πήγαινε στην εκκλησία, και βλέποντας την ιερή και σεβάσμια εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, έπεφτε μπροστά της με πικρά δάκρυα και έλεγε: «Σπλαχνίσου με, Κύριε, και πάρε από επάνω μου αυτόν τον ύπουλο πειρασμό, γιατί με ταλαιπωρεί φοβερά και με τραυματίζει με τις πικρές ηδονές. Δεν έχω πρόσωπο, Κύριε, να αντικρύσω και να δω την αγία εικόνα σου και την υπέρλαμπρη μορφή του προσώπου σου, ώστε να γλυκαθεί η καρδιά μου».
Τέτοια έλεγε, και όταν έβγαινε από την εκκλησία έπεφτε πάλι στον βούρκο. Όμως και πάλι δεν απελπιζόταν για τη σωτηρία του, αλλά από την αμαρτία ξαναγύριζε στην εκκλησία και έλεγε τα παρόμοια προς τον φιλάνθρωπο Κύριο και Θεό: «Εσένα, Κύριε, βάζω εγγυητή, ότι από εδώ και πέρα δεν θα ξανακάνω αυτή την αμαρτία· μόνο, αγαθέ, συγχώρησε μου όσες αμαρτίες σου έκανα από την αρχή μέχρι τώρα». Και αφού έδινε αυτές τις φοβερές υποσχέσεις, πάλι γύριζε στη βαριά αμαρτία του. Και έβλεπε κανείς τη γλυκύτατη φιλανθρωπία και την άπειρη αγαθότητα του Θεού να ανέχεται καθημερινά και να υπομένει την αδιόρθωτη και βαριά παράβαση και την αχαριστία του αδελφού και να θέλει από πολλή ευσπλαχνία τη μετάνοιά του και την οριστική επιστροφή του. Γιατί αυτό δεν γινόταν για ένα, δύο ή τρία χρόνια, αλλά για δέκα και περισσότερο.
Βλέπετε αδελφοί, την άμετρη ανοχή και την άπειρη φιλανθρωπία του Κυρίου; Πως κάθε φορά δείχνει μακροθυμία και καλοσύνη, υπομένοντας τις βαριές ανομίες και αμαρτίες μας; Γιατί αυτό που συγκλονίζει και προκαλεί θαυμασμό σχετικά με την πλούσια ευσπλαχνία του Θεού είναι ότι ο αδελφός, ενώ υποσχόταν και συμφωνούσε να μην ξανακάνει την αμαρτία, αποδεικνυόταν ψεύτης.
Μια μέρα λοιπόν, καθώς γινόταν αυτό, ο αδερφός, αφού έκανε την αμαρτία, πήγε τρέχοντας στην εκκλησία, θρηνώντας και στενάζοντας και κλαίγοντας και βιάζοντας της ευσπλαχνία του αγαθού Θεού να τον λυπηθεί και να τον γλυτώσει από τον βούρκο της ασωτείας. Καθώς λοιπόν ο αδελφός παρακαλούσε τον φιλάνθρωπο Θεό, ο αρχέκακος διάβολος, η καταστροφή των ψυχών μας, είδε ότι τίποτε δεν κάνει, αλλά όσο αυτός έραβε με την αμαρτία, ο αδελφός τα ξήλωνε με τη μετάνοια. Με θράσος λοιπόν του παρουσιάστηκε φανερά και, στρέφοντας το πρόσωπο του προς τη σεβάσμια εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, κραύγαζε και έλεγε: «Τι θα γίνει μ’ εμάς τους δύο, Ιησού Χριστέ; Η άπειρη συμπάθειά σου με νικά και με ρίχνει κάτω, καθώς δέχεσαι αυτόν τον πόρνο, τον άσωτο, που κάθε μέρα σου λέει ψέματα και δεν λογαριάζει την εξουσία σου. Γιατί λοιπόν δεν τον καις, αλλά μακροθυμείς και τον ανέχεσαι; Εσύ πρόκειται να δικάσεις του μοιχούς και τους πόρνους και να εξολοθρεύσεις όλους τους αμαρτωλούς. Πράγματι, δεν είσαι δίκαιος κριτής, αλλά όπου νομίσει η εξουσία σου, κρίνεις άδικα και παραβλέπεις. Εμένα, για τη μικρή παράβαση της υπερηφάνειας, με έριξες από τον ουρανό κάτω· και αυτός είναι ψεύτης και πόρνος και άσωτος, και επειδή πέφτει μπροστά σου, του χαρίζεις ατάραχος την ευμένειά σου. Γιατί λοιπόν σε λένε δίκαιο κριτή; Όπως βλέπω, και εσύ χαρίζεσαι σε πρόσωπα από την πολλή σου αγαθότητα και παραβλέπεις το δίκαιο». Και αυτά ο διάβολος τα έλεγε πνιγμένος από την πολλή πίκρα του και βγάζοντας φλόγες και καπνό από τα ρουθούνια του.
Αφού τα είπε αυτά ο διάβολος, σώπασε· και αμέσως ακούστηκε μία φωνή σαν από το άγιο βήμα να λέει: «Παμπόνηρε και ολέθριε δράκοντα, δεν χόρτασε η κακία σου που κατάπιες όλο τον κόσμο, αλλά και αυτόν που κατέφυγε στο άπειρο έλεος της ευσπλαχνίας μου πασχίζεις να τον αρπάξεις και να τον καταπιείς; Έχεις να παρουσιάσεις αμαρτήματα τόσα που να ζυγίζουν βαρύτερα από το πολύτιμο αίμα που έχυσα γι’ αυτόν επάνω στον σταυρό; Μάθε ότι η σταύρωση και ο θάνατος μου συγχώρησαν τις αμαρτίες του. Και εσύ βέβαια, όταν αυτός πηγαίνει στην αμαρτία, δεν τον διώχνεις, αλλά τον δέχεσαι με χαρά και δεν τον αποστρέφεσαι, ούτε τον εμποδίζεις, γιατί ελπίζεις να τον κερδίσεις. Εγώ λοπόν, που είμαι τέτοιος σπλαχνικός και φιλάνθρωπος, που έδωσα εντολή στον κορυφαίο μου απόστολο Πέτρο να συγχωρεί ως εβδομήντα φορές το επτά αυτόν που αμαρτάνει καθημερινά, άραγε δεν θα συγχωρήσω και δεν θα τον σπλαχνιστώ; Ναι, σου λέω· και επειδή καταφεύγει σ’ εμένα, δεν θα τον αποστραφώ, ώσπου να τον πάρω δικό μου· γιατί εγώ για τους αμαρτωλούς σταυρώθηκα και γι’ αυτούς άπλωσα τα άχραντα χέρια μου, έτσι ώστε όποιος θέλει να σωθεί, να καταφεύγει σ’ εμένα και σώζεται. Κανέναν δεν αποστρέφομαι ούτε διώχνω· ακόμη και μύριες φορές τη μέρα να αμαρτήσει κάποιος και μύριες φορές να έρθει σ’ εμένα, δεν θα φύγει λυπημένος. Γιατί δεν ήρθα να καλέσω σε μετάνοια τους ενάρετους αλλά τους αμαρτωλούς».
Μόλις ακούστηκαν αυτά τα λόγια, ο διάβολος έμεινε στη θέση του τρέμοντας, χωρίς να μπορεί να φύγει. Και ακούστηκε πάλι η φωνή: « Άκουσε, απατεώνα, και σχετικά με αυτό που είπες, ότι δηλαδή είμαι άδικος. Γιατί εγώ είμαι δίκαιος σε όλους, και σε όποια κατάσταση βρω κάποιον, σύμφωνα με αυτή τον κρίνω. Δες, λοιπόν· αυτόν τον βρήκα τώρα σε μετάνοια και επιστροφή, πεσμένο μπροστά στα πόδια μου και νικητή σου. Θα τον πάρω λοιπόν και θα σώσω την ψυχή του, επειδή δεν απελπίστηκε για τη σωτηρία του. Και εσύ, βλέποντας την τιμή που του κάνω, να σουβλιστείς από τον φθόνο σου και να καταντροπιαστείς».
Και όπως ήταν ο αδελφός πεσμένος μπρούμυτα και θρηνούσε, παρέδωσε την ψυχή του· και αμέσως ήρθε οργή μεγάλη σαν φωτιά και έπεσε επάνω στον σατανά και τον κατέκαιγε. Από αυτό λοιπόν ας μάθουμε, αδελφοί, την άμετρη ευσπλαχνία και φιλανθρωπία του Θεού και πόσο καλό Κύριο έχουμε, και ποτέ να μην απελπιστούμε ή να αμελήσουμε τη σωτηρία μας.
Κάποιος άλλος πάλι που μετανόησε μετά την αμαρτία αποσύρθηκε στην ησυχία· συνέβη όμως τότε να χτυπήσει σε πέτρα και να πληγωθεί στο πόδι, και τόσο αίμα να τρέξει από την πληγή, ώστε να ξεψυχήσει από τον αιμοραγία. Ήρθαν λοιπόν οι δαίμονες θέλοντας να πάρουν την ψυχή του· και τους λένε οι άγγελοι: «Κοιτάξτε στην πέτρα και δείτε το αίμα του που έχυσε για τον Κύριο». Και με αυτό που είπαν οι άγγελοι, αφέθηκε ελεύθερη η ψυχή.
Σε κάποιον αδερφό που έπεσε σε αμαρτία, παρουσιάστηκε ο σατανάς και είπε: «Δεν είσαι χριστιανός». Ο αδελφός του αποκρίθηκε: «όποιος και να είμαι, πάντως είμαι καλύτερός σου». Ο σατανάς είπε πάλι: «Σου λέω, θα πας στην κόλαση». Και ο αδελφός του απάντησε: «Δεν είσαι εσύ κριτής μου ούτε ο Θεός μου». Έτσι ο σατανάς έφυγε άπρακτος, ενώ ο αδελφός έδειξε ειλικρινή μετάνοια στον Θεό και έγινε άξιος.
Ένας αδελφός που είχε κυριευθεί από λύπη, ρώτησε κάποιον γέροντα: «Τι να κάνω; Οι λογισμοί μου λένε ότι άδικα απαρνήθηκα τον κόσμο και ότι δεν μπορώ να σωθώ». Και ο γέροντας αποκρίθηκε: «Ακόμη και αν δεν μπορούμε να μπούμε στη Γη της επαγγελίας, μας συμφέρει να αφήσουμε τα κόκκαλα μας στην έρημο παρά να γυρίσουμε πίσω στη Αίγυπτο».
Άλλος αδελφός ρώτησε τον ίδιο γέροντα: «Πάτερ, τι εννοεί ο προφήτης όταν λέει: ‘‘ Δεν υπάρχει γι’ αυτό σωτηρία από τον Θεό του’’;» και ο γέροντας είπε: «Εννοεί τους λογισμούς της απελπισίας που σπέρνονται από τους δαίμονες σε αυτόν που αμάρτησε και του λένε· ‘‘Δεν υπάρχει πια για σένα σωτηρία από τον Θεό’’, και προσπαθούν να τον γκρεμίσουν στην απελπισία. Αυτούς πρέπει κανείς να τους αντιμάχεται λέγοντας· ‘‘ Καταφύγιό μου είναι ο Κύριος, και αυτός θα ελευθερώσει από την παγίδα τα πόδια μου’’».
Κάποιος από τους πατέρες διηγήθηκε ότι στην Θεσσαλονίκη υπήρχε ένα ασκητήριο παρθένων. Μία από αυτές, από ενέργεια του κοινού εχθρού, έφυγε από το μοναστήρι και έπεσε σε πορνεία, και έμεινε στο πάθος αυτό αρκετό καιρό. Κάποτε όμως, με τη βοήθεια του φιλάνθρωπου Θεού, μετανόησε και γύρισε στο κοινόβιό της. Και φτάνοντας μπροστά στην πύλη, έπεσε νεκρή.
Ο θάνατός της αποκαλύφθηκε σε κάποιον άγιο, ο οποίος είδε τους αγίους αγγέλους που ήρθαν να πάρουν την ψυχή της, και δαίμονες που τους ακολουθούσαν. Στον διάλογο που έγινε μεταξύ τους, οι άγιοι άγγελοι έλεγαν ότι γύρισε με μετάνοια. Οι δαίμονες πάλι αντέλεγαν: «Τόσο καιρό είναι υποδουλωμένη σ’ εμάς και είναι δική μας· άλλωστε δεν πρόλαβε ούτε να μπει στο κοινόβιο, και πώς λέτε ότι μετανόησε;» και είπαν οι άγγελοι: «Από τη στιγμή που είδε ο Θεός την πρόθεσή της να έχει κλίση στον σκοπό αυτό, δέχτηκε τη μετάνοιά της· και η μετάνοια βέβαια ήταν στην εξουσία της, λόγω του σκοπού που έβαλε, η ζωή της όμως ήταν στην εξουσία του Κυρίου του σύμπαντος». Με τα λόγια αυτά ντροπιάστηκαν οι δαίμονες και έφυγαν. Και αυτός που είδε την αποκάλυψη, τη διηγήθηκε στους παρόντες.
Ο αββάς Αλώνιος είπε ότι, ανθέλει ο άθνρωπος, μπορεί από το πρωί ως το βράδι να φτάσει σε θεία μέτρα.
Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Μωυσή: «Έστω ότι κάποιος δέρνει τον δούλο του για κάποιο σφάλμα που έκανε· τι θα πει ο δούλος;». Αποκρίθηκε ο γέροντας: «Αν είναι δούλος καλός, θα πει· ‘‘Σπλαχνίσου με έσφαλα’’». «Δεν λέει τίποτε άλλο;» ξαναρώτησε ο αδελφός. «Τίποτε», απάντησε ο γέροντας· «γιατί από τη στιγμή που θα αναγνωρίσει το σφάλμα του και θα πει ότι έσφαλε, αμέσως τον σπλαχνίζεται ο κύριος του».
Κάποιος αδελφός είπε στον αββά Ποιμένα: «Αν πέσω σε αξιοδάκρυτο παράπτωμα, με κατατρώει ο λογισμός μου και με κατηγορεί που έπεσα». Ο γέροντας απάντησε: «Αν, την ώρα που άνθρωπος πέσει σε σφάλμα, πει ‘‘αμάρτησα’’, αμέσως παύει ο λογισμός».
Κάποιας νέας, που λεγόταν Ταϊσία, πέθαναν οι γονείς και έμεινε ορφανή. Αυτή τότε μετέτρεψε το σπίτι της σε ξενώνα των πατέρων της Σκήτης και για πολύ καιρό τους δεχόταν και τους φιλοξενούσε. Όταν όμως ξόδεψε όσα είχε, άρχισε να στερείται. Την πλησίασαν τότε άνθρωποι διεστραμμένοι και την έβγαλαν από τον καλό δρόμο. Και ζούσε πλέον αμαρτωλά,. Έτσι που κατάντησε και στην πορνεία.
Όταν το έμαθαν οι πατέρες, λυπήθηκαν πάρα πολύ και κάλεσαν τον αββά Ιωάννη τον Κολοβό και του είπαν: «Ακούσαμε για την τάδε αδελφή ότι ζει στην αμαρτία. Αυτή, όταν μπορούσε, είχε δείξει αγάπη σ’ εμάς· ας τη βοηθήσουμε και εμείς τώρα, όπως μπορούμε. Κάνε λοιπόν τον κόπο να πας σε αυτήν και με σοφία που σου έδωσε ο Θεός, φρόντισε για τη διόρθωση της».
Πήγε λοιπόν ο γέροντας σε αυτήν, και είπε στη γριά που φύλαγε στην πόρτα: «Πες στην κυρία σου ότι ήρθα». Εκείνη τον έδιωξε λέγοντας: «Εσείς παλιά της τα φάγατε όλα και τώρα είναι φτωχή». Ο γέροντας επέμενε: «Πες της, και θα δει πολύ καλό από εμένα». Ανέβηκε λοιπόν η γριά και ανέφερε στη νέα για τον γέροντα. Ακούγοντας την εκείνη είπε: «Αυτοί οι μοναχοί όλο γυρίζουν κατά την Ερυθρά Θάλασσα και βρίσκουν μαργαριτάρια». Στολίστηκε λοιπόν, κάθισε στο κρεβάτι και είπε στη θυρωρό: «Φέρε τον εδώ».
Όταν μπήκε ο αββάς Ιωάννης, κάθισε κοντά της και, κοιτώντας την στο πρόσωπο, της είπε: «Τι σε έκανε να απορρίψεις τον Ιησού, ώστε να φτάσεις σε αυτή την κατάσταση;» Αυτή, ακούγοντας τα λόγια του, πάγωσε· και ο γέροντας, σκύβοντας το κεφάλι, άρχισε να κλαίει πικρά. «Αββά, γιατί κλαις;» τον ρώτησε. Αυτός σήκωσε λίγο το κεφάλι του, και σκύβοντας πάλι είπε: «Βλέπω τον σατανά να χορεύει στο πρόσωπο σου, και πως να μην κλάψω;» «Υπάρχει μετάνοια, αββά;» ρώτησε η κόρη. «Ναι», της είπε ο γέροντας. Και εκείνη πρόσθεσε: «Πάρε με, όπου νομίζεις». «Πάμε», είπε ο γέροντας, και αυτή αμέσως σηκώθηκε να τον ακολουθήσει. Ο γέροντας παρατήρησε ότι δεν άφησε καμιά παραγγελία για το σπίτι της και θαύμασε.
Κοντεύοντας στην έρημο, τους πρόλαβε το βράδυ. Και ο γέροντας της ετοίμασε ένα μικρό προσκέφαλο, το σταύρωσε και της είπε να κοιμηθεί εκεί. Έκανε έπειτα και για τον εαυτό του πιο πέρα και αφού τελείωσε τις προσευχές του πλάγιασε και αυτός.
Τα μεσάνυχτα ξύπνησε και βλέπει κάτι σαν δρόμο από φως να ξεκινά από αυτήν και να καταλήγει στον ουρανό, και είδε τους αγγέλους του Θεού να ανεβάζουν την ψυχή της. Σηκώθηκε, πλησίασε και τη σκούντηξε με το πόδι. Όταν κατάλαβε ότι ήταν νεκρή, γονάτισε με το πρόσωπο στη γη και παρακαλούσε τον Θεό. Και άκουσε μια φωνή να του λέει ότι η μία ώρα της μετανοίας της έγινε δεκτή περισσότερο από τη μετάνοια πολλών άλλων, που διαρκεί πολύν καιρό αλλά δεν έχει θέρμη.
Oι αιρέσεις: Πως ξεφυτρώνουν! *
του Αγίου Ειρηναίου.
Μερικοί εύκολα αφήνουν την διδασκαλία της Εκκλησίας μας στην άκρη.
Γιατί; Γιατί τους είναι δύσκολο να καταλάβουν και να παραδεχθούν, ότι οι απόψεις ενός ανθρώπου, όσο κι’ αν αυτός είναι σεμνός και ευλαβής, δεν διαφέρουν σε αξία από τα λόγια τού όποιου τάχα φιλοσόφου, που ξεστομίζει αθεόφοβα, ό,τι του έρχεται στο στόμα.
Άλλο, λόγος Χριστού-διδασκαλία της Εκκλησίας· και άλλο, λόγια ανθρώπων· όσο και αν φαίνονται σοφοί και μυαλωμένοι.
Μερικοί φαντάζονται ότι μπορούν να βρουν κάτι το πιο αληθινό από την αλήθεια! Και έτσι, κάθε τόσο, στα λόγια κάποιου τάχα «σοφού, βρίσκουν από ένα καινούργιο δρόμο! Αλλά γίνεται εκείνο που είπε ο Χριστός: Όταν τυφλός οδηγεί τυφλόν, πέφτουν και οι δυο στον λάκκο! Και δεν τους φταίει άλλος κανείς. Το φταίξιμο δικό τους.
Η Εκκλησία είναι παράδεισος· γεμάτος δέντρα. Από όλα (είπε ο Θεός) να τρώτε. Απ’ όλη την Αγία Γραφή. Αλλά όχι με έπαρση, όχι με την γνώμη, ότι σεις τα καταλάβατε όλα πιο καλά, απ’ ό,τι μας λέει η Εκκλησία του Χριστού.
Όποιος φαντάζεται, ότι κάτι το κατάλαβε πιο καλά από ό,τι η Εκκλησία μας, βάζει το μυαλουδάκι του επάνω από τη σοφία του Θεού.
Προσέχετε λοιπόν.
Τέτοιες ιδέες μην τις καταπίνετε!
Τέτοια λόγια μην τα χάφτετε!
Εμπειρίες σε αιρέσεις και σέκτες:
ψυχολογική θεώρηση
Του π. Βασιλείου Θερμού
Παιδοψυχολόγου παιδοψυχίατρου, διδάκτορα του
Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Σεβασμιώτατοι, σεβαστοί πατέρες, αγαπητοί αδελφοί,
Το θέμα που είχα την τιμή να μου ανατεθεί παρουσιάζει αρκετές δυσκολίες οι οποίες ενδεχομένως να μην προλάβουν να αντιμετωπισθούν στα περιορισμένα χρονικά πλαίσια. Οι δυσκολίες εντοπίζονται στην μεγάλη ποικιλομορφία των αιρέσεων και των σεκτών, γεγονός που ακολουθείται και από αντίστοιχη ποικιλία εμπειριών. Είναι τόσο «πλούσιος» ο χώρος ώστε, αν συνδυαστεί και με την απίστευτη ποικιλία των χαρακτήρων, προκύπτει μία περίπλοκη εικόνα. Πράγματι δεν είναι δυνατό να τελειώνει κάποιος με το ζήτημα της εμπειρίας μέσα από μια μονοσήμαντη απλουστευτική εξήγηση.
Από την άλλη πλευρά, έχουμε χρέος να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα το οποίο θεωρώ ιδιαίτερα κρίσιμο και σημαντικό. Όχι μόνο για την καλύτερη κατανόηση των ανθρώπων που έχουν πέσει θύματα αιρέσεων και σεκτών, αλλά και για αυτή καθ’ εαυτή την αυτοσυνειδησία ημών των χριστιανών. Με άλλα λόγια, όπως θα διαπιστώσετε στη συνέχεια, αναπόφευκτα τίθενται ερωτήματα όπως: «γιατί είναι αυτές οι εμπειρίες προβληματικές;» ή «τι κάνει αυτές τις εμπειρίες ταυτόχρονα ελκυστικές έτσι ώστε οι αιρέσεις και οι σέκτες να πολλαπλασιάζονται;» ή «γιατί καταστροφικοί χώροι όπως οι αιρέσεις και οι σέκτες μπορούν να παράγουν ευχάριστες εμπειρίες;» ή «τι είδους προσωπικότητες έλκονται από τις εμπειρίες αυτές;» και τέλος «αποτελούν οι εν λόγω εμπειρίες μονοπώλιο των αιρέσεων και των σεκτών;»
Εισαγωγικά, πάντως, οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι το ζήτημα των θρησκευτικών εμπειριών είναι καίριο και μόνο από τον λόγο ότι στην εποχή μας οι άνθρωποι πρώτιστα αναζητούν την εμπειρία. Η εποχή μας θα μπορούσε άνετα να χαρακτηρισθή εποχή της ψυχοσωματικής εμπειρίας. (Ακόμη και στα λεγόμενα «ακραία αθλήματα» η απάντηση που λαμβάνουμε όταν ρωτούμε για το κίνητρο των συμμετεχόντων είναι «το έκανα για την εμπειρία»). Η εμπειρία καθ’ εαυτήν λειτουργεί ως πόλος έλξης, απογυμνωμένη από ιδεολογικά συμφραζόμενα.
Μέ απλά λόγια, ο άνθρωπος σήμερα όσο περισσότερο αποσυνδέεται από την Εκκλησία και την παράδοση (αλλά και γενικότερα από τις παραδοσιακές ιδεολογίες), τόσο περισσότερο εμφανίζεται επιρρεπής στην εμπειρία, την οποία έχει μετατρέψει σε αυτοσκοπό. Η πραγματικότητα αυτή αποτελεί παραπροϊόν της νεωτερικής έμφασης στα συναισθήματα, η οποία κατά τη γνώμη μου δεν συνιστά κακή εξέλιξη· πράγματι χρειαζόμασταν περισσότερη προσοχή στα συναισθήματα εν συγκρίσει με την παραδοσιακή κοινωνία. Όμως το νεωτερικό αυτό βήμα το παρέλαβε η μετανεωτερικότητα με τον άκρατο υποκειμενισμό της και το απολυτοποίησε. Η εμπειρία πλέον έχει γίνει η ιδεολογία του μεταμοντερνισμού. Στή συνέχεια η Νέα Εποχή μετέτρεψε την εμπειρία σε κύριο εργαλείο της. Έχει έτσι αναπτυχθή μία έμμονη επιδίωξη της εμπειρίας ως εγωκεντρικής αυτοαναφοράς, κυρίως δε της κορυφαίας (peak) εμπειρίας για την οποία θα μιλήσουμε στη συνέχεια.
Όπως επισημαίνει και ο θρησκειοψυχολόγος André Godin, «η κορυφαία θρησκευτική εμπειρία θεωρείται ως απόλυτο καθ’ εαυτήν: φέρει την δική της δικαίωση και είναι ολοκληρωτικά μη χρησιμοθηρική. Αποκαλύπτεται ως το τέρμα, έστω το προσωρινό, και όχι ως ένα μέσο προς κάποιο σκοπό». Το σημείο αυτό ίσως μας βοηθά να κατανοήσουμε γιατί άνθρωποι με ικανοποιητική νοημοσύνη και κάποιοι με καλή μόρφωση καταντούν υποχείρια αιρέσεων και σεκτών, φθάνοντας στο σημείο να πιστεύουν και να αποδέχονται παιδαριώδεις ή αλλόκοτες αντιλήψεις και να υφίστανται απίστευτους εξευτελισμούς.
Τούτο συμβαίνει κατά τη γνώμη μου διότι ελάχιστοι άνθρωποι εισέρχονται σε αιρέσεις ή σέκτες επειδή θαύμασαν το ιδεολογικό τους οπλοστάσιο. Γενικώς ο άνθρωπος δεν παραδίδει τη ζωή του σε κάποιον απλώς και μόνο επειδή τον έπεισε διανοητικά, παρ’ όλο που η διανοητική περιέργεια μπορεί για αρκετούς στην αρχή μόνο να αποτελέση κάποιο κίνητρο. Ο άνθρωπος όμως παραδίδεται σε οποιονδήποτε θα τον λυτρώση από τα δυσάρεστα συναισθήματά του εφοδιάζοντάς τον με άλλα ευπρόσδεκτα. Αυτό θεωρώ σκόπιμο να το κρατήσουμε κατά νουν διότι κάποιες φορές εμφανιζόμαστε μη συντονισμένοι με την πραγματική κατάσταση των ανθρώπων: αυτοί ζητούν συναισθηματικές αλλαγές και εμείς τους προσφέρουμε απολογητική πληροφόρηση για τη διάνοια.
Μια παλιά ταξινόμηση της θρησκευτικής εμπειρίας από τον RodneyStark παραμένει κλασική και γι’ αυτό θα αρχίσω με αυτήν. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το κριτήριο της σχέσης με το θείο για να διαμορφώση μια κλιμάκωση των εμπειριών που ισχύει και για τις γνωστές θρησκείες. Έτσι λοιπόν αρχίζει με την επιβεβαιωτική εμπειρία, κατά την οποία το άτομο ξαφνικά αισθάνεται ή διαισθάνεται ότι «κάτι υπάρχει», ο Θεός ή μια ανώτερη δύναμη. Σε αμερικανική έρευνα το ποσοστό αυτών έφθανε το 50% των ερωτηθέντων προτεσταντών και ρωμαιοκαθολικών.
Στη συνέχεια η εμπειρία κλιμακώνεται ως αίσθηση ανταπόκρισης από τον Θεό. Το άτομο εδώ αισθάνεται Πως η επίγνωση είναι αμοιβαία, Πως το θείο λαμβάνει ειδική μέριμνα για την ύπαρξή του. Αυτό τα στάδιο διακρίνεται σε σωτηριολογικού χαρακτήρα (το άτομο αισθάνεται εκλεγμένο από τον Θεό και προορισμένο για τη σωτηρία· είναι η περίπτωση αρκετών αιφνιδίων μεταστροφών) και σε θαυματουργικού χαρακτήρα (το θείο έχει παρέμβει ενεργά στη ζωή του με κάποιου είδους θαυματουργική φροντίδα).
Περισσότερο έντονη από τις προηγούμενες είναι η εκστατική εμπειρία. Εδώ η εμπειρία λαμβάνει σχεδόν ερωτικό χαρακτήρα, ενώ γίνεται λόγος ακόμη και για το θεϊκό «άγγιγμα» το οποίο μπορεί να εκλύση ψυχοσωματικά ξεσπάσματα όπως στους πεντηκοστιανούς.
Τέλος στην κορυφή των εμπειριών βρίσκεται η αποκαλυπτική εμπειρία. Το άτομο όχι μόνο αισθάνεται αμοιβαία δεμένο με τον «Θεό» αλλά και έμπιστό του. Ο «Θεός» του αποκαλύπτει αλήθειες και σημάδια που κανένας άλλος δεν μπορεί να δει. Το άτομο στην περίπτωση αυτή, αν δεν παραφρονήση και αν διαθέτη κάποια χαρισματικότητα γίνεται αρχηγός σέκτας. Άλλοτε του συμβαίνουν και τα δύο.
Θα επιχειρήσω τώρα μία άλλη ταξινόμηση των εμπειριών, ανάλογα με την ψυχική κατάσταση που τις χαρακτηρίζει, με τη μορφή μιας κλιμάκωσης αρχίζοντας πάλι από τις πιο ήπιες και προχωρώντας στις πιο σύνθετες.
1) Ηρεμία και ασφάλεια. Σε μια εποχή άγχους και έντασης οι άνθρωποι αναζητούν ηρεμία και ασφάλεια. Σύμφωνα με αφηγήσεις πολλών που πέρασαν από αιρέσεις και σέκτες, ή που είναι ακόμη μέσα, υπήρχαν στιγμές που ο συγχρωτισμός τους με την ηγέτη της ομάδας τους ενέπνεε πλήρη εμπιστοσύνη και τους γέμιζε με βαθειά ηρεμία, κάνοντάς τους να ξεχνούν τα προβλήματα της ζωής. Αυτό συμβαίνει συχνότερα κατά τη διάρκεια δραστηριοτήτων κατά τις οποίες τον ακούν να τους μιλά με αυτοπεποίθηση ή εγγίζονται μεταξύ τους ή εφαρμόζουν τεχνικές χαλάρωσης. Για πολλούς ανθρώπους τα εν λόγω συναισθήματα αποτελούν και την παγίδα η οποία τους δεσμεύει και τους κρατά στον χώρο αυτό για πολλά χρόνια.
Βασικός ψυχολογικός μηχανισμός της εμπειρίας αυτής είναι η εξιδανίκευση του ηγέτη και η αυτοπαράδοση της ζωής σε αυτόν. Με ψυχολογικούς όρους θα λέγαμε ότι το εγώ, δηλαδή το ψυχικό όργανο, παλινδρομεί σε προγενέστερα στάδια ανάπτυξης στα οποία η ευτυχία βρισκόταν στην απόλυτη εμπιστοσύνη προς τους γονείς. Σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρείται χαλάρωση των ορίων του εγώ υπό την έννοια μιας φαντασιακής σύντηξης με το εγώ του ηγέτη ή της ομάδας. Δηλαδή τότε το ψυχικό όργανο ζει παρασιτικά, στη σκιά του ψυχικού οργάνου κάποιου άλλου. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί προσχωρούν στη σέκτα επειδή ελπίζουν να βρούν τη μαγική λύση σε όλα τα προβλήματά τους. Σύμφωνα με τον Diet, η σέκτα υπόσχεται μαγική λύση στα άγχη και στα διλήμματα των ανθρώπων, τους οποίους γοητεύει με αυτή την αυταπάτη και τους παρασύρει στη παρανοϊκή λογική της και τις διεστραμμένες πρακτικές της, όπου ενυπάρχει η άρνηση κάθε νόμου και κάθε ορίου.
2) Ένταση. Δεν πρόκειται για την δυσάρεστη ένταση της καθημερινότητας εδώ αλλά για ένα ευχάριστο αίσθημα αύξησης της αδρεναλίνης. Παρατηρείται σε αιρέσεις και σέκτες οι οποίες περιλαμβάνουν στιγμές έντονης δράσης, π.χ. χορό και μουσική, μέσα από την οποία το εγώ γεύεται το συναρπαστικό αίσθημα μιας ιδιότυπης ευχάριστης έντασης.
3) Χαρά και ευφορία. Τυπική περίπτωση οι πεντηκοστιανοί, οι οποίοι πανηγυρίζουν για τη σωτηρία και αναγέννηση τους που φανερώνεται με την δήθεν έλευση του Αγίου Πνεύματος. Βασικός μηχανισμός είναι η υποβολή, γι’ αυτό και συχνά συναντά κανείς σε αυτούς υστερικές προσωπικότητες οι οποίες έχουν το ιδίωμα να υποβάλλονται εύκολα. Ως υποβολή εννοούμε την ετοιμότητα κάποιων ανθρώπων να αισθανθούν ένα συγκεκριμένο συναίσθημα, αν αυτό το συναίσθημα αναμένει ή ζητά από αυτούς να το αισθανθούν ο ηγέτης ή η ομάδα. Η μετάδοση του συναισθήματος ή ακόμη και έξαλλων κινήσεων που συνδέονται με αυτό δεν ακολουθεί συνειδητή διαδικασία.
Στούς κύκλους αυτούς ενυπάρχει μία αντίφαση. Ενώ το αίτημά τους είναι η ελεύθερη και αδιαμεσολάβητη από άλλους ανθρώπους έντονη εμπειρία του Θεού, στην πραγματικότητα πρόκειται «για προγραμματισμένο αυθορμητισμό που φανερά οφείλεται σε ένα συγκεκριμένο τύπο ηγεσίας που ασκείται». Ο Godin συνεχίζει παρατηρώντας Πως η φαινομενική ενότητά τους διατηρείται με το να κρατούνται απ’ έξω από τη συζήτηση θέματα που απασχολούν τους ανθρώπους στην πραγματικότητα της ζωής τους. «Η τυποποιημένη ορολογία υπερίπταται των προβλημάτων αλλά δεν διεισδύει σε αυτά». Μερικοί δυσφορούν με αυτή την ανιστορική υπεραπλούστευση αλλά παραμένουν διότι η ενωτική ατμόσφαιρα είναι γι’ αυτούς ανεκτίμητο αγαθό. Τέλος ο Godin, επικαλούμενος και σχετική παρατήρηση του YvesCongar, καταλήγει ότι «επικρατεί μια λανθάνουσα θεολογία ότι το Άγιο Πνεύμα είναι παρόν μόνο στην άμεση πρωτογενή απλότητα που ανακαλύπτεται ξανά μέσα στην αθωότητα προστατευμένη από τις περιπλοκές ή τις ασυνέπειες της σκέψης και δράσης των ενηλίκων». Νομίζω ότι το ενδεχόμενο μιας τέτοιας νοοτροπίας μεταξύ των χριστιανών οφείλει να μας απασχολήση.
4) Ενότητα. Παρ’ όλο που αυτό το συναίσθημα κατ’ εξοχήν διαθέτει θεολογική αναφορά και συναντάται ως συχνή εμπειρία των αγίων, όμως εδώ έχουμε ένα αμιγώς ψυχολογικό φαινόμενο το οποίο περιγράφεται ως μια αίσθηση βαθειάς ενότητας με τους ανθρώπους και με το σύμπαν ολόκληρο. Πρόκειται για μία συχνή ψυχολογική εμπειρία, χωρίς κατ’ ανάγκην θρησκευτική σημασία όπως μας δείχνει το περιστατικό κατά το οποίο ο Φρόϋντ αισθάνθηκε πάνω στην Ακρόπολη ένα «ωκεάνειο αίσθημα» που τον έβγαζε από τον εαυτό του. Λαμβάνει όμως θρησκευτική νοηματοδότηση όταν εμφανίζεται σε πιστό οποιασδήποτε θρησκείας, έγινε δε τυπικά χαρακτηριστική του ρεύματος της Νέας Εποχής. Μέ τα λόγια του Enriquez, στις σέκτες δημιουργείται «ένα συμπαγές «εμείς», ζεστό και προστατευτικό, που ξορκίζει τον φόβο της ελευθερίας».
Θα ήθελα εδώ να επισημάνω ότι στον δυτικό κόσμο έχει φθάσει το βίωμα αυτό να θεωρήται το κατ’ εξοχήν θρησκευτικό βίωμα. Η νοοτροπία αυτή είναι υπεύθυνη και για τον διαχωρισμό που έχει εγκατασταθεί σήμερα στη Δύση μεταξύ θρησκευτικότητας και «πνευματικότητας». Πράγματι, η δεύτερη περιλαμβάνει κατ’ ουσίαν τις εμπειρίες οι οποίες δεν μπορούν να αποδοθούν στην κλασική θρησκευτικότητα του χριστιανισμού, γι’ αυτό και θεωρείται ανώτερης τάξης από τη θρησκευτικότητα και ότι ούτως ή άλλως δεν έχει ανάγκη τη θρησκευτικότητα. Η σημερινή βιβλιογραφία διεθνώς μιλά για αποθρησκειοποιημένη πνευματικότητα, ως αμιγώς ψυχολογική διαδικασία, ως έκπτυξη των δυνατοτήτων του ανθρωπίνου πνεύματος.
Στην κατάσταση αυτή της κορυφαίας εμπειρίας ενότητας «οι φόβοι καταπραύνονται, οι άμυνες και οι αναστολές ελαττώνονται, και εμφανίζεται μία διάθεση ανοχής και συγχώρησης». Οι κορυφαίες εμπειρίες φέρνουν μαζί τους την λύση των ψυχικών εντάσεων τις οποίες προκάλεσαν το υπαρξιακό κενό, τα οικογενειακά προβλήματα, η ενοχή, η κρίση ταυτότητας κτλ. Έρχονται συνήθως απροσδόκητα, ως εργασία του ασυνειδήτου το οποίο όμως έχει συνεργαστεί με εξωτερικές πρακτικές που λαμβάνουν χώρα στη σέκτα. Συχνά δε συνοδεύονται από μόνιμη μεταστροφή και αλλαγή του τρόπου ζωής. Τα άτομα δεν μιλούν γι’ αυτές, όχι μόνο επειδή δεν βρίσκουν τα κατάλληλα λόγια ώστε να τις περιγράψουν, αλλά και επειδή ανησυχούν μήπως οι άλλοι τους εκλάβουν ως ψυχικά διαταραγμένους. Ίσως αυτός είναι και ένας λόγος που τους δένει ακόμη περισσότερο με τον χώρο στον οποίο βρίσκονται, δηλαδή το γεγονός ότι εκεί μπορούν να εκφρασθούν άνετα και να κατανοήσουν και οι άλλοι την εμπειρία τους.
5) Διεύρυνση της συνειδητότητος. Όπως ανέφερα προηγουμένως, η παράθεση των μορφών εμπειρίας βαίνει κλιμακωτά, από τα ηπιότερα στα σοβαρότερα στάδια διαταραχών του εγώ. Η διεύρυνση της συνειδητότητος περιλαμβάνει κάποιες ή και όλες τις προηγούμενες μορφές, με πρόσθετο στοιχείο τη γνώση. Το άτομο αισθάνεται ότι μαζί με την ειρήνη, τη χαρά, την ενότητα, του έχει δοθεί και μια γνώση ασυγκρίτως μεγαλύτερη από όση είχε αποκτήσει μέχρι τώρα, μία γνώση των ανθρώπων, της φύσης, του σύμπαντος, του «Θεού». Αυτό το χαρακτηριστικό καθιστά ιδιαίτερα δημοφιλή τη διεύρυνση της συνειδητότητος, αφού γνωρίζουμε Πως η γνώση των μυστικών του κόσμου ανέκαθεν μαγνήτιζε τον άνθρωπο.
Εντύπωση προκαλούν εδώ οι αριθμοί: το 43% των Αμερικανών και το 45% των Βρεττανών αναφέρουν μία ή περισσότερες «μυστικές» εμπειρίες. Σε άλλη αμερικανική έρευνα, στην ερώτηση «Αισθανθήκατε ποτέ ότι βρισκόσασταν πολύ κοντά σε μια ισχυρή πνευματική δύναμη που φαινόταν ότι θα σάς έβγαζε έξω από τον εαυτό σας;» το 35% απάντησαν καταφατικά. Σε άλλη βρεττανική έρευνα το 18% είχαν την εμπειρία της παρουσίας κάποιου που έχει πεθάνει, το 16% είχαν την αίσθηση μιας ιερής παρουσίας στη φύση, το 12% μιας παρουσίας του κακού, το 5% της ενότητας των πάντων.
Τη διεύρυνση της συνειδητότητος θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε και διεύρυνση του εγώ· έχει επικρατήσει ο πρώτος όρος επειδή αποδίδει την αυξημένη συνειδητοποίηση που αισθάνεται το άτομο, την αίσθηση ότι πολύ περισσότερα πράγματα εμπίπτουν τώρα στην εμβέλεια της αντιλήψεώς του. Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τη διεύρυνση της συνειδητότητος ως ένα από τα κύρια κίνητρα προσέλευσης των ανθρώπων σε αιρέσεις και σέκτες, καθώς και ως τον κύριο μηχανισμό άσκησης επιρροής από αυτές.
Η διεύρυνση της συνειδητότητος είναι και ο λόγος εκείνος που καθιστά τις αιρέσεις και τις σέκτες επικίνδυνες για την ψυχική υγεία. Διότι μέχρι ποιό σημείο το εγώ έχει τη δυνατότητα να εκτείνεται χωρίς να διαρραγή; Όταν το εγώ εμφανίσει ρήξη των ορίων του τότε ενδέχεται να ξεσπάσει η ψύχωση, με το παραλήρημα και τις ψευδαισθήσεις που τη συνοδεύουν, καθώς και η αυτοκτονία.
Σύμφωνα με έρευνες σε ασκούντες υπερβατικό διαλογισμό κατά το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα διαπιστώθηκαν ευρήματα χαλάρωσης των γνωστικών λειτουργιών του αριστερού ημισφαιρίου. Άλλωστε άτομα που αναφέρουν εμπειρία που ονομάζουν «μυστική», παραθέτουν ταυτόχρονα και γνωρίσματά της που δείχνουν μια προς στιγμήν υπολειτουργία του αριστερού ημισφαιρίου (δεν βρίσκουν λόγια να την περιγράψουν, χάνουν τα όρια του εαυτού και του χώρου, ο χρόνος επιμηκύνεται κ.α.).
Εκείνο που ακούγεται ενδιαφέρον στο σημείο αυτό είναι ότι παρόμοιες έντονες, σχεδόν «μυστικές» εμπειρίες, αναφέρουν ασθενείς με επιληψία του δεξιού κροταφικού λοβού όταν συνοδεύεται από ψυχική προειδοποιητική αύρα. Μια τέτοια ζωντανή περιγραφή μας έχει παραδώσει ο Ντοστογιέφσκυ προφανώς περιγράφοντας τη δική του πείρα. Μιλά για «ξαφνική φλόγα μέσα στο μυαλό, για πολλαπλασιασμό και ταχύτητα της αυτοσυνείδησης, για ένα ασυνήθιστο φως που καταπραύνει όλες τις ανησυχίες, για ειρήνη, διαφάνεια, αρμονική χαρά, ελπίδα, πληρότητα, παλλόμενη θρησκευτική ταύτιση με την πεμπτουσία της ζωής». Και καταλήγει ο ήρωάς του: «Τις τέτοιες στιγμές, δεν ξέρω πως, μα καταλαβαίνω κείνο τον παράξενο λόγο ότι χρόνος ουκέτι έσται».
Επίσης διεύρυνση της συνειδητότητος παρατηρείται και με τη χρήση ορισμένων ουσιών, {όπως τα ψυχεδελικά (LSD), για τα οποία αναφέρεται το βίωμα ότι ο χρήστης βρίσκεται «στον πυρήνα της ύπαρξής του», «ότι ποτέ πριν δεν ήταν με τόση πληρότητα ο εαυτός του». Ήδη από το 1902 ο ψυχολόγος WilliamJames αναφέρει ότι το οξείδιο του αζώτου που εισέπνευσε του προκάλεσε «ένα ζωντανό αίσθημα συμφιλίωσης... ως εάν όλα τα αντίθετα του κόσμου που φέρνουν τις συγκρούσεις μας να έλυωσαν μέσα σε μια ενότητα». Συμπερασματικά, άτομα στα οποία για οποιονδήποτε λόγο υπερλειτουργούν οι δεξιές κροταφικές περιοχές και το μεταιχμιακό σύστημα, ενώ έχουν κάπως ανασταλεί οι αριστερές, εμφανίζουν μια ετοιμότητα για εντονότερες ψυχικές εμπειρίες.
Γιατί έκαμα αυτή τη μικρή βιολογική αναφορά; Γιά να δείξω ότι κάθε θρησκευτική εμπειρία διαμεσολαβείται από τον εγκέφαλο, γεγονός που καθιστά ορισμένους ανθρώπους περισσότερο επιρρεπείς στη διεύρυνση της συνειδητότητος. Ταυτόχρονα όμως, και επειδή κάθε άνθρωπος αποτελεί μια μοναδική ψυχοσωματική ενότητα, η επιρρέπεια προς την έντονη εμπειρία και η αναζήτησή της καθορίζεται και από ψυχολογικούς παράγοντες όπως η προσωπικότητα, το ασυνείδητο, οι ενδοψυχικές συγκρούσεις, οι πρώιμες εμπειρίες. Έχουμε ποιμαντικούς λόγους να ενδιαφερόμαστε για τον ψυχισμό των ανθρώπων που διψούν και εμφανίζουν ετοιμότητα για έντονη εμπειρία.
Η ψυχιατρική διερεύνηση, λοιπόν, θα μας οδηγήσει στην σχιζότυπη προσωπικότητα, αλλά κυρίως στην μεθοριακή. Η πρώτη χαρακτηρίζεται «από παράξενες και μαγικές αντιλήψεις σε δεισιδαιμονίες, τηλεπάθεια, διορατικότητα, από ασυνήθιστες αισθητηριακές εμπειρίες και σωματικές ψευδαισθήσεις, από ιδιόμορφες συμπεριφορές και λόγο, από τάση για απομόνωση».
Η μεθοριακή προσωπικότητα, για την οποία οφείλει να γνωρίζει κάποια πράγματα κάθε πνευματικός σήμερα, χαρακτηρίζεται από «έντονες αλλαγές στη διάθεση, αγωνιώδη προσπάθεια να αποφύγει πραγματική ή φανταστική εγκατάλειψη, έντονες και ασταθείς διαπροσωπικές σχέσεις κυμαινόμενες μεταξύ εξιδανικεύσεως και απορρίψεως, διαταραχή του αισθήματος ταυτότητος, παρορμητικότητα και αυτοκαταστροφικότητα, χρόνιο αίσθημα ψυχικού κενού».
Οι μεθοριακοί χαρακτήρες πλήττουν πολύ εύκολα, αναζητούν διαρκώς το καινούργιο, γι’ αυτό και είναι επιρρεπείς σε μεταστροφή. Διψούν απεγνωσμένα για εμπειρίες διότι χωρίς αυτές αισθάνονται άδειοι, ακόμη και ψυχικά νεκροί. Μερικοί φθάνουν να αυτοτραυματίζωνται για να νοιώσουν ζωντανοί. Έτσι κατανοούμε γιατί και Πως φθάνουν να υφίστανται απίστευτες ταλαιπωρίες στα πλαίσια μιας σέκτας προκειμένου να λάβουν κάποια αυτοεκτίμηση και αγάπη.
Ο ψυχικός κόσμος του μεθοριακού χαρακτηρίζεται από αστάθεια του εσωτερικού αντικειμένου αγάπης. Η συμπεριφορά του ακολουθεί αυτή την αστάθεια εκτός εάν επιτύχει να οργανώσει τη ζωή του γύρω από κάποιο κέντρο, το οποίο πολύ συχνά είναι η θρησκευτικότητα, έστω μέσα σε αίρεση ή σέκτα. Επειδή η θρησκεία συνοδεύεται από αιώνια ισχύ και θεία αξιοπιστία, γίνεται το ασφαλέστερο καταφύγιο για να αγκυροβολήσει και επιτέλους να ησυχάσει, ειδικότερα δε οι αιρέσεις και οι σέκτες όπου αποτελούν χώρους με μεγάλη αυτοπεποίθηση. Επί πλέον, οι ηθικές απαιτήσεις που συναντούν εκεί μπορούν να «καναλιζάρουν» την διάχυτη ζωή του και να περιορίσουν τις οδυνηρές της περιπέτειες.
Ο μεθοριακός παρουσιάζει το φαινόμενο της κρίσης ταυτότητας (που συχνά μετατρέπεται σε υπαρξιακή κρίση) συχνότερα και εντονότερα από κάθε άλλο τύπο προσωπικότητας. Έρευνα στη Βρεττανία έδειξε ότι σε ποσοστό 25% την έντονη θρησκευτική εμπειρία την πυροδότησαν κατάθλιψη και απόγνωση.[25] Σε μεγάλη έρευνα μεταξύ αμερικανών ρωμαιοκαθολικών της «χαρισματικής αναγέννησης» το 1974, το 31% δήλωσε Πως πριν εισέλθουν στην κίνηση η ζωή τους δεν είχε νόημα και σκοπό, το 45% Πως ήταν αβέβαιοι ποιές αξίες να ακολουθήσουν, το 47% Πως είχαν περάσει μια προσωπική κρίση λίγο καιρό πριν. Μεταξύ εκείνων που εμφάνιζαν γλωσσολαλία το τελευταίο ποσοστό ανέβαινε στο 85%! Επίσης, ενώ το 96% δήλωναν προηγουμένως πίστη στις διδασκαλίες της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, το 1/3 πίστευε χωρίς να έχει πεισθεί και τα 2/3 χωρίς κάποια προσωπική εμπειρία. Είναι φανερό το κίνητρο της αναζήτησης έντονων εμπειριών στην «χαρισματικότητα»: το να αποκτήσει η πίστη τους ζωντάνια και η ζωή τους χρώμα...
Συνεπώς καταλήγουμε σε κάποια διαβάθμιση των παραγόντων που προδιαθέτουν προς εμπειρίες στο πλαίσιο αιρέσεων και σεκτών. Αρχικά απαιτείται ένας ψυχοσωματικός οργανισμός επιρρεπής στην ψυχική εμπειρία περισσότερο από το συνηθισμένο. Στη συνέχεια χρειάζεται και μια προσωπικότητα (χαρακτήρας) που να αναζητά την εμπειρία και να την ερμηνεύει με τρόπο συμβατό με αιρέσεις και σέκτες. Τέλος, αν προκύψη και δυνατότητα προσβάσεως στους χώρους αυτούς ολοκληρώνεται η διαδικασία της παγιδεύσεως.
Συγχωρήστε με που εμάκρυνα το λόγο αλλά θεωρώ ότι το απαιτούσε το θέμα. Θα κλείσω με δύο ερωτήματα προς εαυτούς και αλλήλους:
1) Διαπιστώσαμε την αναξιοπιστία της θρησκευτικής εμπειρίας εφ’ όσον μπορεί να παραχθή και τεχνητά. Η θρησκευτική εμπειρία δεν σημαίνει πάντοτε αυτό το οποίο φαινομενικά κομίζει. Να γιατί δεν νοιαζόμαστε στην Εκκλησία για έκτακτες και έντονες εμπειρίες. Να γιατί οι Πατέρες συνιστούν να δυσπιστούμε προς οποιαδήποτε εμπειρία κατά την προσευχή. Προτιμούμε την σταθερή και αθόρυβη πνευματική εργασία βάθους η οποία είναι περισσότερο αξιόπιστη, έστω και αν δεν συνοδεύεται ποτέ από εμπειρίες. Προτιμούμε να έχουμε τις εμπειρίες στα έσχατα.
Όμως, έχουμε το δικαίωμα να αγνοήσουμε το εσωτερικό δράμα πολλών ανθρώπων των οποίων ο ψυχικός κόσμος δοκιμάζεται από πόνο, αναταραχή, ανία, νέκρωση, και οι οποίοι αναζητούν απεγνωσμένα εμπειρίες που θα τους χαροποιήσουν και θα τους δώσουν ελπίδα; Πως θα δραστηριοποιηθούμε ως Εκκλησία προκειμένου οι άνθρωποι να συναντούν σε αυτήν εφαρμοσμένη την Αλήθειά της, έτσι ώστε να μπορούν να μεταβάλουν την εσωτερική τους πραγματικότητα και να μην αναζητούν χαρά και αγάπη στα θολά νερά; Πως θα λειτουργήσει η ενορία και Πως θα οργανωθει μια τέτοια εκκλησιαστική ζωή που θα εμπνέει και θα κινητοποιήσει με κατάλληλες εμπειρίες τις ψυχές αυτών των πιστών αφού μόνο έτσι κάποιοι μπορούν να ξεκινήσουν την εκκλησιαστική τους πορεία; Μήπως, όπως γράφει και ο Godin, «ένας χριστιανισμός που κατά τα λόγια του AbrahamMaslow θα είναι «όχι μόνο πιστευτός αλλά και συναισθηματικά ικανοποιητικός» τελικά συναντάται σήμερα στην χαρισματική κίνηση» μόνο;
2) Πολλοί χριστιανοί, και μάλιστα αγωνιζόμενοι πιστοί, έχουν παρεξηγήσει το νόημα της πνευματικής ζωής και τη συνδέουν με συλλογή δήθεν πνευματικών και κατανυκτικών εμπειριών. Μέσα από την νοοτροπία αυτή έχουν δημιουργηθεί ακόμη και μοναχικές κλίσεις, οι οποίες φυσικά θα δοκιμαστούν σκληρά στο μέλλον. Η στάση αυτή προφανώς είναι εγωκεντρική και ευδαιμονιστική, έστω και με εξευγενισμένο περιεχόμενο. Πως θα πείσουμε ως Εκκλησία τα ίδια τα μέλη μας Πως η κοινωνία αγάπης είναι ανώτερη από κάθε είδους εμπειρία, Πως είναι η θεία πρόσκληση μας, αυτός καθ’ εαυτόν ο ορισμός της Εκκλησίας;
Σας ευχαριστώ.